- συνεγεννήθη
- σύν-γεννάωbegetaor ind pass 3rd sg (attic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συννηπιάζω — ΜΑ γίνομαι κι εγώ νήπιο («πότε συνανεστράφη τοῑς ἀνθρώποις, εἰ μὴ ὅτε συνεγεννήθη μετ αὐτῶν ἐκ γυναικὸς καὶ συνενηπίασε», Αθανάσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + νηπιάζω «σκέπτομαι ή ενεργώ σαν να είμαι νήπιο»] … Dictionary of Greek